Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή:
περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας.
Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε.
Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή...
Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί… Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά.. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένες από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες.Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση..
Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μας βρει. Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάγαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους»
Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα.. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε.
Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα. Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι.
Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους.. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε.. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα... μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα.. Χάσαμε χιλιάδες μπάλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση. Κυνηγούσαμε σαύρες και πουλιά με αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν.
Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το! Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στο σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε;
Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι. Τι φρίκη!
Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ.
Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά. Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας : ) : D : P
Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε.
Αν εσύ είσαι από τους «παλιούς»... συγχαρητήρια! Είχες την τύχη να μεγαλώσεις σαν παιδί...
newsbeast.gr
ΤΑ ΘΕΡΙΝΑ ΤΑ ΣΙΝΕΜΑ
Μια νοσταλγική ιστορία που μυρίζει αγιόκλημα και γιασεμί.Στην Ελλάδα ξεκίνησε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα από πλανόδιους που έστηναν ένα πανί κι έκαναν υπαίθριες προβολές.Λίγο αργότερα άνοιξαν οι πρώτοι θερινοί,σε μια αυλή,σε μια ταράτσα,με λίγο χαλίκι,μερικές πλαστικές καρέκλες κι ένα κομμάτι πανί.Γρήγορα απέκτησαν φανατικούς θαυμαστές που γοητεύονταν από την μαγεία της όλης ατμόσφαιρας,την απόλυτη αίσθηση ελευθερίας,το άγγιγμα της δροσιάς,το άρωμα από τις βοκαμβίλιες και τα γιασεμιά,με το μάτι να δραπετεύει συχνά προς τον έναστρο ουρανό, ιδίως τις νύχτες με πανσέληνο.Η δεκαετία του '60 είναι η χρυσή τους εποχή.Στα μέσα της δεκαετίας του '70 η αλλαγή της ώρας δίνει το πρώτο πλήγμα και η συνεχής άνοδος της τηλεόρασης και του βίντεο την χαριστική βολή.Πολλά αρχίζουν και κλείνουν δίνοντας την θέση τους σε πάρκινγκ,πολυκατοικίες,σούπερ μάρκετ κλπ.Στη πόλη μας οι παλιότεροι είχαν την ευκαιρία και την ευτυχία να ζήσουν αυτή την μαγεία στη μάντρα του θερινού ΣΙΝΕ ΖΑΒΕΡΔΑ, ενός από τα ωραιότερα και μεγαλύτερα θερινά σινεμά της Ελλάδας, με χωρητικότητα χιλίων και πλέον θεατών, που εκτός των μεγάλων κινηματογραφικών επιτυχιών,φιλοξένησε πλήθος θεατρικών και μουσικών εκδηλώσεων.Από την σκηνή του παρέλασαν τα μεγαλύτερα ονόματα των Ελλήνων ηθοποιών, καθώς και οι μεγάλοι συνθέτες Μαρκόπουλος και Ξαρχάκος με τις συναυλίες τους ν'αφήνουν εποχή.Το αγιόκλημα στη μάντρα,οι πάνινες καρέκλες,το χαλίκι,οι γκαζόζες, ο πασατέμπος,οι εύθυμες παρέες,η περίφημη βραδυνή με την τότε νεολαία να δίνει την δική της παράσταση, συνθέτουν ένα μοναδικό σκηνικό αξεπέραστης νοσταλγίας, μιας εποχής που έφυγε για πάντα και οι νέες γενιές θα την ακούν στοχαστικά μέσα από τις διηγήσεις των τυχερών που την έζησαν.
..του Μιλτιάδη Ζαβέρδα
περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας.
Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε.
Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή...
Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί… Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά.. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένες από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες.Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση..
Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μας βρει. Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάγαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους»
Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα.. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε.
Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα. Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι.
Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους.. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε.. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα... μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα.. Χάσαμε χιλιάδες μπάλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση. Κυνηγούσαμε σαύρες και πουλιά με αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν.
Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το! Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στο σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε;
Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι. Τι φρίκη!
Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ.
Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά. Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας : ) : D : P
Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε.
Αν εσύ είσαι από τους «παλιούς»... συγχαρητήρια! Είχες την τύχη να μεγαλώσεις σαν παιδί...
newsbeast.gr
ΤΑ ΘΕΡΙΝΑ ΤΑ ΣΙΝΕΜΑ
Μια νοσταλγική ιστορία που μυρίζει αγιόκλημα και γιασεμί.Στην Ελλάδα ξεκίνησε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα από πλανόδιους που έστηναν ένα πανί κι έκαναν υπαίθριες προβολές.Λίγο αργότερα άνοιξαν οι πρώτοι θερινοί,σε μια αυλή,σε μια ταράτσα,με λίγο χαλίκι,μερικές πλαστικές καρέκλες κι ένα κομμάτι πανί.Γρήγορα απέκτησαν φανατικούς θαυμαστές που γοητεύονταν από την μαγεία της όλης ατμόσφαιρας,την απόλυτη αίσθηση ελευθερίας,το άγγιγμα της δροσιάς,το άρωμα από τις βοκαμβίλιες και τα γιασεμιά,με το μάτι να δραπετεύει συχνά προς τον έναστρο ουρανό, ιδίως τις νύχτες με πανσέληνο.Η δεκαετία του '60 είναι η χρυσή τους εποχή.Στα μέσα της δεκαετίας του '70 η αλλαγή της ώρας δίνει το πρώτο πλήγμα και η συνεχής άνοδος της τηλεόρασης και του βίντεο την χαριστική βολή.Πολλά αρχίζουν και κλείνουν δίνοντας την θέση τους σε πάρκινγκ,πολυκατοικίες,σούπερ μάρκετ κλπ.Στη πόλη μας οι παλιότεροι είχαν την ευκαιρία και την ευτυχία να ζήσουν αυτή την μαγεία στη μάντρα του θερινού ΣΙΝΕ ΖΑΒΕΡΔΑ, ενός από τα ωραιότερα και μεγαλύτερα θερινά σινεμά της Ελλάδας, με χωρητικότητα χιλίων και πλέον θεατών, που εκτός των μεγάλων κινηματογραφικών επιτυχιών,φιλοξένησε πλήθος θεατρικών και μουσικών εκδηλώσεων.Από την σκηνή του παρέλασαν τα μεγαλύτερα ονόματα των Ελλήνων ηθοποιών, καθώς και οι μεγάλοι συνθέτες Μαρκόπουλος και Ξαρχάκος με τις συναυλίες τους ν'αφήνουν εποχή.Το αγιόκλημα στη μάντρα,οι πάνινες καρέκλες,το χαλίκι,οι γκαζόζες, ο πασατέμπος,οι εύθυμες παρέες,η περίφημη βραδυνή με την τότε νεολαία να δίνει την δική της παράσταση, συνθέτουν ένα μοναδικό σκηνικό αξεπέραστης νοσταλγίας, μιας εποχής που έφυγε για πάντα και οι νέες γενιές θα την ακούν στοχαστικά μέσα από τις διηγήσεις των τυχερών που την έζησαν.
..του Μιλτιάδη Ζαβέρδα