Καλώς ήλθατε στο Ιστολόγιο του mesologgi-sport

Οι 10 μεγάλες αλήθειες για το ποδόσφαιρο των παιδικών μας χρόνων

.


Με βάση μια συζήτηση που είχαμε και μια εικόνα που κατά τύχη πετύχαμε στο ίντερνετ αποφασίσαμε να φτιάξουμε μια λίστα που θα περιγράφει το ποδόσφαιρο της αλάνας. Ίσως τα πράγματα πλέον να έχουν αλλάξει, ίσως τα δικά μας βιώματα να είναι διαφορετικά από αυτά άλλων, αλλά θεωρώ ότι αν κάποιος είναι πάνω από 25 ετών και μεγάλωσε σε κάποια πόλη θα συμφωνήσει τουλάχιστον με κάποια από τις δέκα μεγάλες αλήθειες.
1. Το πιο σημαντικό άτομο είναι ο ιδιοκτήτης της μπάλας
Ποδόσφαιρο χωρίς μπάλα δεν γίνεται και η μπάλα όταν ήμασταν μικροί ήταν από τα μεγαλύτερα γκάτζετ (μια που τότε δεν είχαμε κινητά και εκτός από το γκειμ-μπόι και τον Άμστραντ δεν υπήρχε τόση τεχνολογία). Για κάποιον ανεξήγητο λόγο μπορεί να είχαμε καινούρια παπούτσια, αλλά λίγοι είχαν μπάλες. Και έπρεπε να τους έχουμε από κοντά. Κατά διαβολική σύμπτωση μπάλα είχε πολύ συχνά κάποιος αχώνευτος μαλακάκος. Έτσι λοιπόν το ποδόσφαιρο μας μάθαινε από μικρούς την κοινωνική υποκρισία και τα ψεύτικα χαμόγελα προς άτομα που δεν χωνεύαμε.
Και αν δεν ήταν μαλακάκος, σίγουρα ήταν από τους πιο άσχετους ποδοσφαιρικά και όταν έπιανε αέρα δεν μπορούσες να τον βρίσεις όσο ήθελες, καθώς πιθανότατα δεν θα ξαναέπαιζες. Πάντως, τώρα που το σκέφτομαι, ίσως ο ιδιοκτήτης της μπάλας να ήταν το δεύτερο πιο σημαντικό άτομο και το πρώτο να ήταν η μάνα του. Γιατί αυτή θα ερχόταν να τον μαζέψει για να πάει να φάει ή δεν θα τον άφηνε να βγει από το σπίτι επειδή έπρεπε να διαβάσει ή επειδή φοβόταν μήπως αρρωστήσει ο κανακάρης της.
2. Πενία τέχνας κατεργάζεται (τι γίνεται όταν δεν έχεις μπάλα)
Πολλές φορές ήθελες να παίξεις και δεν είχες μπάλα. Εκεί φαινόταν η δημιουργικότητα και η φαντασία σου. Αγαπημένα ήταν τα κουτιά γάλα συσκευασίας τετραπάκ ή όπως αλλιώς λέγεται, εκείνα τα τετράγωνα που είχαν αρκετό όγκο για να μπορείς να τα κλωτσήσεις και τόσο παράξενο σχήμα που ούτε ο Ζουνίνιο Περναμπουκάνο δεν μπορούσε να βάλει τα κατάλληλα φάλτσα. Επίσης πολύ της μόδας ήταν τα μπουκαλάκια νερού, τα κουτάκια από αναψυκτικά, τα μικρά κουτάκια από χυμούς που ήταν πιο μανιτζέβελα, αλλά χαλούσαν και ευκολότερα. Γιατί πάντα βρισκόταν κάποιος αρκετά άμπαλος που θα πατούσε το κουτί και από τρισδιάστο αντικείμενο θα γινόταν κάτι σαν το πακ του χόκεϊ επί πάγου. Ταυτόχρονα με την μετατροπή της μπάλας σε πακ, το παιχνίδι από ποδόσφαιρο γινόταν κλωτσοπατινάδα, αλλά δεν είχε τόση σημασία. Το γκολ πανηγυριζόταν και πάλι σαν να ήταν τελικός ΤσαμπιονσΛί.
goalpost-630x419
3. Δεν έχουμε εστίες, ας φτιάξουμε
Γήπεδα μπάσκετ υπήρχαν, όχι πολλά αλλά υπήρχαν. Γήπεδα ποδοσφαίρου όχι. Έτσι λοιπόν οι εστίες ήταν αυτοσχέδιες. Το σύνηθες ήταν τον ρόλο των δοκαριών να τον παίζουν τα μπουφάν, οι μπλούζες και γενικά τα εφόδια του καθενός. Αν ήσουν πιο τυχερός τότε υπήρχε κάποιο δέντρο ή κάτι αντίστοιχο που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως δοκάρι. Για παράδειγμα εγώ έπαιζα σε γήπεδο με προτομές ηρώων που έκαναν τέλεια τα δοκάρια. Βέβαια η μια «εστία» ήταν πιο μικρή σε μήκος από την άλλη (γιατί είχαν βάλει τα αγάλματα πιο κοντά), αλλά αυτό το λύναμε εύκολα αλλάζοντας εστία σε κάθε ημίχρονο. Το πρόβλημα ήταν πιο σοβαρό όταν διάφοροι περαστικοί μας έκραζαν γιατί δεν σεβόμασταν αυτούς που θυσιάστηκαν για εμάς. Άντε τώρα να τους εξηγήσεις ότι με τόση μπάλα είχα μάθει όλες τις χρονολογίες γέννησης των ηρώων και τους τόπους καταγωγής τους.
Και αν το πρόβλημα των κάθετων δοκαριών λυνόταν, τα οριζόντια ήταν μια μεγάλη πληγή. Ο άγραφος νόμος του ποδοσφαίρου αλάνας λέει ότι το οριζόντιο δοκάρι πάντα τοποθετείται νοητά στο μέγιστο ύψος που φτάνει ο εκάστοτε τερματοφύλακας. Μεγάλη διαφορά από το κανονικό ποδόσφαιρο που ο ψηλός τερματοφύλακας είναι πλεονέκτημα. Όπως είναι φυσικό, με την απουσία ριπλέι και εποπτών, υπήρχαν πολύ συχνά διαφωνίες για το αν κάποια σουτ ήταν γκολ ή «πολύ ψηλά».
4. Πού παίζει ο καθένας
Όλοι θέλουν να βάζουν γκολ, όλοι θέλουν να σκοράρουν, αλλά δεν γίνεται. Ο κανόνας λέει ότι οι πιο άμπαλοι μπαίνουν στην άμυνα και ο πιο χοντρός στο τέρμα. Συνήθως ο πιο χοντρός είναι κι ο τελευταίος που επιλέγεται, ένα κοινωνικό στίγμα που δύσκολα ξεχνιέται. Αν τώρα δεν υπάρχει χοντρός ή κάποιο κορόιδο που θέλει να κάθεται τέρμα, υπάρχει ο δημοκρατικός κανόνας σύμφωνα με τον οποίο το τέρμα αλλάζει κάθε δύο γκολ. Φήμες λένε ότι κάποιοι άφηναν τα γκολ επίτηδες ώστε να επιστρέψουν μια ώρα αρχύτερα στο κανονικό παιχνίδι. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στο μπακότερμα είτε λόγω αριθμητικής ανισορροπίας των ομάδων, είτε επειδή δεν άντεχε να μην παίζει λίγο κι αυτός.
amaxi_mpala
5. Χάσαμε την μπάλα
Το ποδόσφαιρο δεν είναι τένις ή πινγκ πονγκ και η μπάλα είναι μεγάλη. Παρ” όλα αυτά, δεν ήταν λίγες οι φορές που η μπάλα έφευγε. Είτε σε κάποιο μπαλκόνι, είτε σε κάποια στέγη, είτε σε κάποιον δρόμο, είτε οπουδήποτε τέλος πάντως μπορούσε να πάει μια μπάλα από ένα κακό δυνατό σουτ. Η χειρότερη μοίρα όμως της μπάλας ήταν μία. Να πάει κάτω από ένα αυτοκίνητο. Η προσπάθεια επανάκτησής της ένας πραγματικός γολγοθάς, με πιτσιρίκια να απλώνουν τα πόδια τους για να κάνουν κάτι σαν τάκλιν και να την φτάσουν την στιγμή που είχε καρφωθεί. Το επίπεδο δυσκολίας ανέβαινε κι άλλο, όταν ο δρόμος ήταν γεμάτος νερά, φαινόμενο όχι σπάνιο σε ελληνικό δρόμο, κι ο ήρωας έπρεπε να γίνει μούσκεμα για να συνεχιστεί το παιχνίδι. Ειδικά μάλιστα όταν συνήθως υπήρχε και η διαφωνία αν υπεύθυνος ήταν αυτός που είχε στείλει την μπάλα εκεί ή η ομάδα που είχε την κατοχή.
6. Απουσία διαιτητή, ανάγκη συμφωνίας στους κανόνες
Όταν δεν έχεις κάποιον να αποφασίζει, τότε το να βρεθεί άκρη ανάμεσα σε καμιά 10αριά (και βάλε) πιτσιρίκια είναι αρκετά δύσκολο. Οι γενικές… ντιρεκτίβες πάντως λέγανε ότι για να δοθεί πέναλτι πρέπει να το ζητήσει κάποιος που έχει πέσει κάτω και φαίνεται ότι πονάει.  Φυσικά ακόμα και να έβγαινε άκρη για το αν ένα φάουλ ήταν φάουλ (συνήθως ήταν, αν το θύμα επέμενε πολύ και έπαιρνε την μπάλα στα χέρια του για το εκτελέσει και αυτό το κάνανε κάτι τύποι που ζητούσαν φάουλ σε κάθε επαφή), μια καινούρια συζήτηση ξεκινούσε για τις αποστάσεις. Χωρίς ίντερνετ να γκουγκλάρει κάποιος, υπήρχαν διάφορες απόψεις για το πόσα μέτρα ή βήματα ήταν η σωστή απόσταση του τείχους και του πέναλτι και ειδικά όταν μιλούσαμε για «βήματα» ποιος θα τα μετρούσε καθώς αν πήγαινε κανένας ψηλός η απόσταση μεγάλωνε σημαντικά. Σημαντική επίσης η έλλειψη οφσάιντ, ένας κανόνας ιδιαίτερα πολύπλοκος για να τηρείται. Γενικά πάντως οι διαφωνίες σπάνια έφερναν το τέλος του παιχνιδιού, καθώς η κάψα για μπάλα ήταν μεγαλύτερη. Φυσικά όμως οι «αδικημένοι» φρόντιζαν να χτυπάνε ανά τακτά χρονικά διαστήματα στους αντιπάλους «εκείνη» τη φάση που τελικά πέρασε το δικό τους, πλάθοντας σιγά σιγά τις επόμενες γενιές Ελλήνων φιλάθλων.
kids_48003629_009432840-1
7. Πώς αρχίζει και πότε τελειώνει ένας αγώνας;
Στο ποδόσφαιρο αλάνας δημιουργήθηκε και το ιδιότυπο ποδοσφαιρικό τζάμπολ «σκάει τρεις», όταν δεν υπήρχε συμφωνία για το ποιος θα κάνει τη σέντρα. Αν πάλι υπήρχε συμφωνία για σέντρα, ο κανόνας έλεγε ότι η πρώτη πάσα ήταν ελεύθερη με αποτέλεσμα να γίνονται και οι πρώτες οργανωμένες κομπίνες, ενώ μερικοί επίτηδες έκαναν την πρώτη πάσα απίστευτα αργά για να σπάσουν τα νεύρα των αντιπάλων. Η παντελής έλλειψη κανόνων είχε ως αποτέλεσμα να μην ξέρουμε πότε τελειώνει ένα ματς. Κάποιες φορές παίζαμε μέχρι κάποια συγκεκριμένη ώρα, όπου και εκεί γινόταν χαμός γιατί όσοι είχαν ρολόγια παρουσίαζαν μεγάλες αποκκλίσεις και 1-2 λεπτά ακόμα ήταν ένας αιώνας στο ποδόσφαιρο αλάνας, ενώ κάποιες φορές μέχρι συγκεκριμένο αριθμό γκολ.
Όταν όμως για Χ, Υ λόγους το παιχνίδι έπρεπε να διακοπεί πριν την ώρα του (π.χ. γιατί ο μπαλοκράτορας έπρεπε να φύγει ή γιατί είχε αρχίσει να νυχτώνει και οι μανάδες μας θα μας κράζανε) με το σκορ ισόπαλο ή στη διαφορά ενός γκολ είχαμε τη χρήση δυο σπουδαίων κανόνων. Της «τελευταίας φάσης» όπου η αγωνία κορυφωνόταν καθώς όλος ο ιδρώτας θα κρινόταν από μία και τελευταία κλωτσιά και του «όποιος το βάζει κερδίζει». Μερικά από τα μεγαλύτερα γκολ της ιστορίας του παγκόσμιου ποδοσφαίρου αλάνας έχουν μπει υπό αυτές τις συνθήκες και έτσι ξεχώριζαν οι άντρες από τα αγόρια (λέμε τώρα). Οι δε πανηγυρισμοί ήταν πολύ συχνά κόπιες από πανηγυρισμούς γνωστών παικτών (εγώ π.χ. για καιρό είχα λανσάρει τον πανηγυρισμό Σαραβάκου με το άλμα και την χαρακτηριστική κίνηση του χεριού)
8. H αργκό του ποδοσφαίρου αλάνας
Η γλώσσα ήταν ένα συνονθύλευμα λέξεων καθαρεύουσας, λαϊκής δημοτικής και ξένων όρων που είχαν μπασταρδοποιηθεί. Στην περίπτωση που είχαμε χέρι ξεκινούσε μια συζήτηση με μαγικές λέξεις για τις ηλικίες όπως εσκεμμένο, ακούσιο και άλλα τέτοια που προστίθενταν στο λεξιλόγιο δίπλα σε λήμματα όπως το «τζατζάρισμα» , «παγκότερμα», «αράουτ» , «δεν στρέχει» , «το γερμανικό» , «σφάλτσο» , «φάουλτ» κτλ, ενώ είχαν δημιουργηθεί και νέες θέσεις στον αγωνιστικό χώρο όπως το περιβόητο «περίπτερο» που όλοι μισούσαν, αλλά σε κάποια στιγμή της ζωής τους έπαιξαν. Εκεί πρωτοακούστηκαν και φράσεις όπως «όχι μπουμ» για να απαγορευτούν τα δυνατά σουτ που έθεταν σε κίνδυνο την σωματική ακεραιότητα του ατυχούς τερματοφύλακα.
9. Εγώ είμαι ο Πελέ, εμείς είμαστε η Γερμανία
Το ποδόσφαιρο των παιδικών μας χρόνων μπορεί να ήταν μια στιγμή ευφορίας και ελευθερίας, αλλά πάντα μέσα μας θέλαμε να μοιάσουμε με μεγαλύτερους. Εκεί είχαμε τις διαφωνίες για το ποιος είναι ο καθένας και τι ομάδα είναι ο καθένας. Στη δική μου εμπειρία (και μια και δεν μπορούσαμε να διαλέξουμε ελληνικές ομάδες γιατί οι κόντρες ήταν μεγάλες) συνήθως γίνονταν επιλογές ξένων εθνικών ομάδων. Κάποιος ήταν ο Πλατινί, κάποιος ο Μαραντόνα, η μια ομάδα ήταν η Γερμανία, η άλλη η Αγγλία και πάει λέγοντας. Συνήθως οι ομάδες επιλέγονταν με το πόσο ισχυρές ήταν εκείνη την εποχή, δεν ήταν τυχαίο που είχαμε έξαρση του… Καμερούν τη δεκαετία του 1990 ή της Ολλανδίας το 1988. Φανέλες ομάδων τότε δεν ήταν τόσο της μόδας και ήταν και δυσεύρετες, οπότε σπάνια υπήρχε διαχωρισμός χρωματικός. Όταν τύχαινε και παίζαμε με ελληνικές ομάδες εμφανίζονταν και οι γνωστοί glory hunters που κάθε σεζόν ήταν άλλη ομάδα ανάλογα με το ποιος ήταν πρωταθλητής ή κυπελλούχος. Δεν θα ξεχάσω τον τυπάκο που ήταν Άρης στο μπάσκετ και μετά έγινε ΟΣΦΠ, ενώ στο ποδόσφαιρο κατά σειρά ήταν Άρης, ΑΕΚ, ΟΣΦΠ και ΠΑΟΚ.
10. Η μπάλα ήταν πάντα έτσι:
we-all-had-this-ball
.sombrero.gr